Αυτή η μετάφραση μπορεί να μην αντανακλά τις αλλαγές που έγιναν από τις 2015-12-31 στο Αγγλικό πρωτότυπο.

Καλό θα ήταν να ρίξετε μια ματιά σε εκείνες τις αλλαγές. Παρακαλούμε δείτε το Μεταφράσεις ΔΙΑΒΑΣΕΜΕ για να βρείτε πως μπορείτε να βοηθήσετε να ενημερωθεί αυτή η μετάφραση.

Το δικαίωμα στην ανάγνωση

Το άρθρο αυτό εμφανίστηκε στο τεύχος Φεβρουαρίου 1997 του Επικοινωνίες της ACM (Τόμος 40, Αριθμός 2).


Από το Ο δρόμος προς το Τύχο, μια συλλογή άρθρων σχετικά με τους προγόνους της Σεληνιακής Επανάστασης, δημοσιευμένο στην Πόλη της Σελήνης το έτος 2096.

Για τον Dan Halbert, ο δρόμος προς το Τύχο άρχισε στο κολλέγιο—όταν η Lissa Lenz του ζήτησε να δανειστεί τον υπολογιστή του. Ο δικός της ήταν χαλασμένος κι αν δε μπορούσε να δανειστεί κάποιον άλλο, θα αποτύγχανε στην ενδιάμεση εργασία της. Δεν υπήρχε κανείς που να τολμούσε να ζητήσει κάτι τέτοιο, εκτός από τον Dan.

Αυτό έβαλε τον Dan σε δίλημμα. Έπρεπε να τη βοηθήσει—αλλά αν της δάνειζε τον υπολογιστή του, μπορεί εκείνη να διάβαζε τα βιβλία του. Εκτός από το γεγονός ότι θα μπορούσες να πας φυλακή για πολλά χρόνια αν άφηνες κάποιον άλλο να διαβάσει τα βιβλία σου, η ίδια η ιδέα τον σοκάρισε αρχικά. Όπως κι όλοι οι άλλοι, είχε διδαχτεί στο δημοτικό ότι ο διαμοιρασμός βιβλίων ήταν άσχημος και λάθος—κάτι που μόνο οι πειρατές θα έκαναν.

Και δεν υπήρχε μεγάλη πιθανότητα ότι η SPA[1]—η Αρχή Προστασίας Λογισμικού—θα αποτύχαινε να τον πιάσει. Στην τάξη λογισμικού του, ο Dan έμαθε ότι κάθε βιβλίο είχε ένα καταγραφέα πνευματικών δικαιωμάτων που ανέφερε πότε και που διαβαζόταν, και από ποιον, στην Κεντρική Αδειοδότηση. (Χρησιμοποιούσαν αυτή την πληροφορία για να πιάνουν πειρατές ανάγνωσης, αλλά και για να πουλούν προφίλ προσωπικών ενδιαφερόντων στις εταιρείες λιανικής.) Την επόμενη φορά που ο υπολογιστής του θα συνδεόταν στο δίκτυο, η Κεντρική Αδειοδότηση θα το μάθαινε. Αυτός, ως ιδιοκτήτης υπολογιστή, θα δεχόταν τη σκληρότερη τιμωρία—για τη μη-λήψη εκτεταμένων μέτρων για την αποτροπή του εγκλήματος.

Φυσικά η Lissa δεν σκόπευε απαραίτητα να διαβάσει τα βιβλία του. Μπορεί απλά να ήθελε τον υπολογιστή μόνο για να γράψει την ενδιάμεση εργασία της. Αλλά ο Dan ήξερε ότι αυτή προερχόταν από μια οικογένεια της μεσαίας τάξης και ίσα που μπορούσε να εξυπηρετήσει τα δίδακτρά της, πόσο μάλλον τα τέλη ανάγνωσής της. Το να διαβάσει τα βιβλία του μπορεί να ήταν ο μόνος τρόπος γι' αυτήν να αποφοιτήσει. Καταλάβαινε αυτή την κατάσταση· είχε αναγκαστεί ο ίδιος να δανειστεί για να μπορέσει να πληρώσει όλες τις ερευνητικές εργασίες που διάβασε. (Δέκα τοις εκατό από εκείνα τα τέλη πήγαινε στους ερευνητές που έγραψαν τις εργασίες· καθώς ο Dan σκόπευε σε ακαδημαϊκή καριέρα, μπορούσε να ελπίζει ότι οι δικές του ερευνητικές εργασίες, αν αναφερόταν συχνά, θα του έφερναν αρκετό εισόδημα για να ξεπληρώσει το δάνειό του.)

Αργότερα, ο Dan θα μάθαινε ότι υπήρχε μια εποχή όπου ο καθένας μπορούσε να πάει στη βιβλιοθήκη και να διαβάσει άρθρα επιστημονικών περιοδικών, ακόμη και βιβλία, χωρίς να χρειάζεται να πληρώσει. Υπήρχαν ανεξάρτητοι μελετητές που διάβαζαν χιλιάδες σελίδων χωρίς επιδοτήσεις βιβλιοθήκης από την κυβέρνηση. Αλλά στη δεκαετία του 1990, τόσο οι εμπορικοί όσο και οι μη-κερδοσκοπικοί εκδότες επιστημονικών περιοδικών άρχισαν να χρεώνουν τέλη πρόσβασης. Έως το 2047, οι βιβλιοθήκες που πρόσφεραν ελεύθερη δημόσια πρόσβαση στην επιστημονική βιβλιογραφία ήταν μια αχνή ανάμνηση.

Υπάρχουν, φυσικά, τρόποι να αποφύγει κανείς την SPA και την Κεντρική Αδειοδότηση. Είναι όμως από μόνοι τους παράνομοι. Ο Dan είχε ένα συμφοιτητή στο λογισμικό, τον Frank Martucci, που είχε αποκτήσει ένα παράνομο εργαλείο αποσφαλμάτωσης και το χρησιμοποιούσε στο να παρακάμπτει τον καταγραφέα πνευματικών δικαιωμάτων όταν διάβαζε βιβλία. Αλλά είχε πει γι' αυτό σε πάρα πολλούς φίλους κι ένας από εκείνους τον κατέδωσε στην SPA για μια αμοιβή (οι φοιτητές που ήταν βαθιά βυθισμένοι στο χρέος έμπαιναν εύκολα στον πειρασμό της προδοσίας). Το 2047 ο Frank ήταν στη φυλακή, όχι για πειρατικό διάβασμα, αλλά για κατοχή ενός αποσφαλματωτή.

Ο Dan θα μάθαινε αργότερα ότι υπήρχε μια εποχή όπου ο καθένας μπορούσε να έχει εργαλεία αποσφαλμάτωσης. Υπήρχαν ακόμη κι ελεύθερα εργαλεία αποσφαλμάτωσης σε CD ή δυνατόν να μεταφορτωθούν από το δίκτυο. Αλλά οι συνηθισμένοι χρήστες άρχισαν να τα χρησιμοποιούν για να προσπεράσουν τους καταγραφείς πνευματικών δικαιωμάτων και τελικά ένας δικαστής αποφάσισε ότι αυτή είχε γίνει η κατεξοχήν χρήση τους στην καθημερινή πρακτική. Αυτό σήμαινε ότι ήταν παράνομοι· οι προγραμματιστές των αποσφαλματωτών στάλθηκαν στη φυλακή.

Φυσικά, οι προγραμματιστές εξακολουθούσαν να χρειάζονται εργαλεία αποσφαλμάτωσης, αλλά οι προμηθευτές αποσφαλματωτών το 2047 διένειμαν μόνο αριθμημένα αντίγραφα και μόνο σε επίσημα αδειοδοτημένους και δεσμευμένους προγραμματιστές. Ο αποσφαλματωτής που χρησιμοποιούσε ο Dan στο μάθημα λογισμικού κρατούνταν πίσω από ένα ειδικό τείχος προστασίας, έτσι ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για ασκήσεις του μαθήματος.

Ήταν επίσης δυνατόν να προσπεράσει κανείς τους καταγραφείς πνευματικών δικαιωμάτων με την εγκατάσταση ενός τροποποιημένου πυρήνα συστήματος. Ο Dan τελικά θα ανακάλυπτε για τους ελεύθερους πυρήνες, ακόμη και τα ελεύθερα λειτουργικά συστήματα που υπήρχαν κατά την αλλαγή του αιώνα. Αλλά όχι μόνο ήταν παράνομα, όπως οι αποσφαλματωτές—δεν μπορούσατε να εγκαταστήσετε έναν ακόμη κι αν είχατε, χωρίς να γνωρίζετε τον ριζικό κωδικό του υπολογιστή σας. Και ούτε το FBI ούτε η Υποστήριξη της Microsoft θα σας τον έδινε.

Ο Dan κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν θα μπορούσε απλά να δανείσει τον υπολογιστή του στη Lissa. Αλλά δεν μπορούσε να αρνηθεί να τη βοηθήσει, γιατί την αγαπούσε. Κάθε ευκαιρία να μιλήσει μαζί της τον γέμιζε με απόλαυση. Και το ότι εκείνη διάλεξε αυτόν για να ζητήσει βοήθεια, αυτό μπορεί να σήμαινε ότι κι εκείνη τον αγαπούσε επίσης.

Ο Dan έλυσε το δίλημμα κάνοντας κάτι ακόμη πιο αδιανόητο—της δάνεισε τον υπολογιστή και της έδωσε τον κωδικό πρόσβασής του επίσης. Με αυτό τον τρόπο, εάν η Lissa διάβαζε τα βιβλία του, η Κεντρική Αδειοδότηση θα νόμιζε ότι τα διάβαζε αυτός. Εξακολουθούσε να είναι ένα έγκλημα, αλλά η SPA δεν θα μάθαινε αυτόματα γι' αυτό. Θα το ανακάλυπταν μόνο αν η Lissa τον ανέφερε.

Φυσικά, αν η σχολή ανακάλυπτε ποτέ ότι είχε δώσει στη Lissa τον δικό του κωδικό πρόσβασης, θα σήμαινε το τέλος της φοιτητικής σταδιοδρομίας και των δυο, ανεξάρτητα από την εργασία για την οποία θα τον είχε εκείνη χρησιμοποιήσει. Η πολιτική της σχολής ήταν ότι οποιαδήποτε παρενόχληση των τρόπων που διέθεταν για να καταγράφουν τους υπολογιστές των φοιτητών τους ήταν λόγος για πειθαρχική δράση. Δεν είχε σημασία αν έκανες κάτι επιζήμιο—το αδίκημα ήταν το ότι καθιστούσες δύσκολο για τους διαχειριστές να σε ελέγξουν. Υπέθεταν ότι αυτό σήμαινε πως έκανες κάτι άλλο που ήταν αλλιώς απαγορευμένο, και δεν χρειαζόταν να ξέρουν τι είναι αυτό.

Οι φοιτητές συνήθως δεν αποβάλλονταν γι' αυτό—όχι άμεσα. Αντιθέτως, αποκλείονταν από όλα τα υπολογιστικά συστήματα της σχολής, και τελικά αποτύχαιναν σε όλα τους τα μαθήματα.

Αργότερα, ο Dan θα μάθαινε ότι αυτού του είδους η πανεπιστημιακή πολιτική άρχισε μόνο κατά τη δεκαετία του 1980, όταν οι πανεπιστημιακοί φοιτητές ξεκίνησαν σε μεγάλους αριθμούς να χρησιμοποιούν υπολογιστές. Προηγουμένως τα πανεπιστήμια διατηρούσαν μια διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά την πειθαρχία των φοιτητών· τιμωρούσαν δραστηριότητες που ήταν επιζήμιες, όχι εκείνες που απλά δημιουργούσαν υποψίες.

Η Lissa δεν ανέφερε τον Dan στην SPA. Η απόφασή του να τη βοηθήσει οδήγησε στο γάμο τους, κι επίσης τους οδήγησε να αμφισβητήσουν αυτά που είχαν μάθει για την πειρατεία ως παιδιά. Το ζευγάρι άρχισε να διαβάζει για την ιστορία των πνευματικών δικαιωμάτων, για τη Σοβιετική Ένωση και τους περιορισμούς της στην αντιγραφή, κι ακόμη και το αρχικό Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετακόμισαν στη Σελήνη, όπου βρήκαν κι άλλους που είχαν παρόμοια διαφύγει από το μακρύ χέρι της SPA. Όταν η εξέγερση του Τύχο άρχισε το 2062, το παγκόσμιο δικαίωμα στην ανάγνωση έγινε ένας από τους κεντρικούς της στόχους.

Σημειώσεις του συγγραφέα

  • Αυτή η ιστορία υποτίθεται ότι είναι ένα ιστορικό άρθρο που θα γραφεί στο μέλλον από κάποιον άλλο, περιγράφοντας τη νιότη του Dan Halbert κάτω από μια καταπιεστική κοινωνία διαμορφωμένη από τους εχθρούς που χρησιμοποιούν τον “πειρατή” ως προπαγάνδα. Έτσι χρησιμοποιεί την ορολογία εκείνης της κοινωνίας. Προσπάθησα να την προβάλω από το σήμερα, ώστε να ακούγεται ακόμη πιο καταθλιπτική. Δείτε “Πειρατεία”.

Αυτή η σημείωση έχει ενημερωθεί αρκετές φορές από την πρώτη δημοσίευση της ιστορίας.

  • Το δικαίωμα στην ανάγνωση είναι μια μάχη που μαίνεται σήμερα. Παρόλο που μπορεί να χρειαστούν ακόμη και 50 χρόνια πριν ο τωρινός τρόπος ζωής μας να ξεθωριάσει μέσα στην αφάνεια, οι περισσότεροι από τους συγκεκριμένους νόμους και πρακτικές που περιγράφηκαν παραπάνω έχουν ήδη προταθεί· πολλοί έχουν θεσπιστεί ως νομοθεσία στις ΗΠΑ και αλλού. Στις ΗΠΑ, η Πράξη Πνευματικών Δικαιωμάτων της Ψηφιακής Χιλιετίας (DMCA[2]) εγκαθίδρυσε τη νομική βάση του περιορισμού της ανάγνωσης και δανεισμού των ψηφιοποιημένων βιβλίων (και άλλων έργων επίσης). Η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλλε παρόμοιους περιορισμούς με μια Οδηγία πνευματικών δικαιωμάτων του 2001.

    Το 2001 ο χρηματοδοτούμενος από τη Disney Γερουσιαστής Hollings πρότεινε ένα νομοσχέδιο αποκαλούμενο SSSCA που θα απαιτούσε από κάθε νέο υπολογιστή να έχει υποχρεωτικές ικανότητες περιορισμού της αντιγραφής που ο χρήστης δεν θα μπορούσε να προσπεράσει. Ακολουθώντας το τσιπ Clipper και παρόμοιες προτάσεις για εμπίστευση κλειδιών στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, αυτό δείχνει μια μακρόχρονη τάση: τα συστήματα υπολογιστών διαμορφώνονται όλο και περισσότερο στο να δίνουν σε απόντες με δύναμη τον έλεγχο πάνω στους ανθρώπους που πραγματικά χρησιμοποιούν το υπολογιστικό σύστημα. Το νομοσχέδιο SSSCA μετονομάστηκε αργότερα στο γλωσσοδέτη CBDTPA, το οποίο σχολιάστηκε ως η “Κατανάλωσε Μα Μην Προσπαθήσεις να Προγραμματίσεις Πράξη”.[3]

    Οι ΗΠΑ ξεκίνησαν την απόπειρα να χρησιμοποιήσουν την προτεινόμενη συνθήκη της “Ελεύθερης Περιοχής Εμπορίου” της Αμερικής (FTAA) για να επιβάλλουν τους ίδιους κανόνες σε όλες τις χώρες του Δυτικού Ημισφαιρίου. Η FTAA είναι μια από τις αποκαλούμενες συνθήκες ελεύθερου εμπορίου, που στην πραγματικότητα είναι σχεδιασμένες για να δίνουν στις επιχειρήσεις αυξημένη ισχύ απέναντι σε δημοκρατικές κυβερνήσεις· επιβάλλοντας νόμους όπως η DMCA είναι τυπικό αυτού του πνεύματος. Η FTAA εξουδετερώθηκε επί της ουσίας από τον Lula, Πρόεδρο της Βραζιλίας, ο οποίος απέρριψε την προαπαίτηση για τη DMCA και άλλους νόμους.

    Από τότε, οι ΗΠΑ έχουν επιβάλλει παρόμοιες απαιτήσεις σε χώρες όπως η Αυστραλία και το Μεξικό μέσω διακρατικών συμφωνιών “ελεύθερου εμπορίου”, και σε χώρες όπως η Κόστα Ρίκα μέσω μιας άλλης συνθήκης, της CAFTA. Ο Πρόεδρος του Ισημερινού, Correa, αρνήθηκε να υπογράψει μια συμφωνία “ελεύθερου εμπορίου” με τις ΗΠΑ, αλλά έχω ακούσει ότι ο Ισημερινός υιοθέτησε κάτι ανάλογο με τη DMCA το 2003.

  • Μια από τις ιδέες στην ιστορία δεν είχε προταθεί στην πραγματικότητα μέχρι το 2002. Αυτή είναι η ιδέα ότι το FBI και η Microsoft θα φύλαγαν τα ριζικά συνθηματικά για τους προσωπικούς σας υπολογιστές και δεν θα σας άφηναν να τα αποκτήσετε.

    Οι υποστηρικτές αυτού του σχήματος του έχουν δώσει ονόματα όπως “έμπιστη πληροφορική” και “Παλλάδιο”. Εμείς το αποκαλούμε “επίβουλη πληροφορική” επειδή το αποτέλεσμα είναι να κάνει τον υπολογιστή σας να υπηρετεί επιχειρήσεις ακόμη και μέχρι την ανυπακοή και την άρνηση προς εσάς. Αυτό υλοποιήθηκε το 2007 ως τμήμα των Windows Vista· περιμένουμε ότι και η Apple θα κάνει κάτι παρόμοιο. Σε αυτό το σχήμα είναι ο κατασκευαστής που κρατάει τον μυστικό κώδικα, αλλά το FBI θα μπορούσε πολύ εύκολα να τον αποκτήσει.

    Αυτό που κρατάει η Microsoft δεν είναι ακριβώς ένας μυστικός κωδικός με την παραδοσιακή έννοια· κανένα πρόσωπο δεν τον πληκτρολογεί ποτέ σε κάποιο τερματικό. Αντίθετα, είναι μια υπογραφή κι ένα κλειδί κρυπτογράφησης που αντιστοιχεί σε ένα δεύτερο κλειδί αποθηκευμένο στον υπολογιστή σας. Αυτό επιτρέπει στη Microsoft, και δυνητικά σε κάθε ιστοσελίδα που συνεργάζεται με τη Microsoft, τον υπέρτατο έλεγχο πάνω στο τι μπορεί να κάνει ο χρήστης στον δικό του υπολογιστή.

    Τα Vista δίνουν επίσης πρόσθετες δυνάμεις στη Microsoft· για παράδειγμα η Microsoft μπορεί να εγκαθιστά αναβαθμίσεις με βία, και μπορεί να διατάξει όλες τις μηχανές που τρέχουν τα Vista να αρνηθούν να τρέξουν έναν συγκεκριμένο οδηγό συσκευής. Ο κύριος σκοπός των πολλών περιορισμών των Vista είναι να επιβάλλουν DRM[4] (Διαχείριση Ψηφιακών Περιορισμών) που οι χρήστες δεν θα μπορούν να υπερβούν. Η απειλή των DRM είναι ο λόγος που δημιουργήσαμε την καμπάνια Ελαττωματικό από Σχεδιασμό.

  • Όταν αυτή η ιστορία γράφηκε για πρώτη φορά, η SPA[1] απειλούσε μικρούς παρόχους υπηρεσιών Διαδικτύου (ISPs), απαιτώντας να της επιτρέψουν να παρακολουθεί όλους τους χρήστες. Οι περισσότεροι ISPs παραδόθηκαν όταν απειλήθηκαν, επειδή δεν μπορούσαν να αντέξουν το κόστος για να πολεμήσουν στο δικαστήριο. Ένας ISP, η εταιρεία Community ConneXion στο Ώκλαντ της Καλιφόρνια, αρνήθηκε την απαίτηση και της έγινε μήνυση. Η SPA αργότερα παραιτήθηκε από την αγωγή, αλλά παρέλαβε τη DMCA, που τους έδωσε την ισχύ που ήθελαν.

    Η SPA, που στην πραγματικότητα αναφέρεται στην Ένωση Εκδοτών Λογισμικού, έχει αντικατασταθεί στον αστυνομικού-τύπου ρόλο της από τη Συμμαχία Επιχειρηματικού Λογισμικού (BSA[5]). H BSA δεν είναι σήμερα μια επίσημη αστυνομική δύναμη· ανεπισήμως, ενεργεί ως τέτοια. Χρησιμοποιώντας μεθόδους που θυμίζουν την πρότερη Σοβιετική Ένωση, προσκαλεί τους ανθρώπους να δώσουν πληροφορίες για τους συνεργάτες και τους φίλους τους. Μια καμπάνια τρομοκράτησης στην Αργεντινή το 2001 έκανε ελαφρώς καλυμμένες απειλές ότι όσοι άνθρωποι διαμοιράζονταν λογισμικό θα βιάζονταν.

  • Οι πολιτικές ασφαλείας του πανεπιστημίου που περιγράφηκαν παραπάνω δεν είναι φανταστικές. Για παράδειγμα, ο υπολογιστής σε ένα πανεπιστήμιο της περιοχής του Σικάγο πρόβαλε αυτό το μήνυμα κατά την επιβεβαίωση ταυτότητας (login):

    Το σύστημα είναι για χρήση μόνο από εξουσιοδοτημένους χρήστες. Άτομα που χρησιμοποιούν αυτό το σύστημα χωρίς δικαιοδοσία ή σε υπέρβαση της δικαιοδοσίας τους υπόκεινται στην παρακολούθηση και καταγραφή όλων των ενεργειών τους σε αυτό το σύστημα από το προσωπικό του συστήματος. Κατά την παρακολούθηση ατόμων που χρησιμοποιούν το σύστημα με ακατάλληλο τρόπο ή κατά τη συντήρηση του συστήματος, οι δραστηριότητες των εξουσιοδοτημένων χρηστών μπορεί επίσης να παρακολουθούνται. Οποιασδήποτε χρησιμοποιεί αυτό το σύστημα συναινεί ρητά σε τέτοια παρακολούθηση και προειδοποιείται ότι εάν τέτοια παρακολούθηση αποκαλύψει παράνομη δραστηριότητα ή παραβίαση των κανονισμών του Πανεπιστημίου το προσωπικό του συστήματος μπορεί να παρέχει τις αποδείξεις της παρακολούθησης στις Πανεπιστημιακές αρχές και/ή σε αξιωματούχους των αστυνομικών αρχών.

    Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στην Τέταρτη Τροπολογία: πιέστε τους περισσότερους να συμφωνήσουν, προκαταβολικά, στην παραίτηση από τα δικαιώματά τους κάτω από αυτήν.

Άσχημα νέα

Η μάχη για το δικαίωμα στην ανάγνωση είναι ήδη σε εξέλιξη. Ο εχθρός είναι οργανωμένος, ενώ εμείς δεν είμαστε, επομένως εξελίσσεται εναντίον μας. Εδώ παρατίθενται άρθρα σχετικά με άσχημα πράγματα που συνέβησαν από την αρχική δημοσίευση αυτού του άρθρου.

  • Ηλεκτρονικές εκδόσεις: Ένα άρθρο σχετικά με τη διανομή βιβλίων σε ηλεκτρονική μορφή και τα ζητήματα πνευματικών δικαιωμάτων που επηρεάζουν το δικαίωμα ανάγνωσης ενός αντιγράφου.

  • Βιβλία μέσα στους υπολογιστές: Λογισμικό για τον έλεγχο του ποιοι μπορούν να διαβάζουν βιβλία και έγγραφα σ' έναν προσωπικό υπολογιστή (PC).

Εάν θέλουμε να σταματήσουμε τα άσχημα νέα και να δημιουργήσουμε μερικά καλά νέα, χρειάζεται να οργανωθούμε και να πολεμήσουμε. Η καμπάνια Ελαττωματικό από Σχεδιασμό του ΙΕΛ έχει κάνει μια αρχή — εγγραφείτε στη λίστα ταχυδρομείου της καμπάνιας για να δώσετε ένα χέρι βοήθειας. Και γίνετε μέλος του ΙΕΛ, ώστε να βοηθήσετε τη χρηματοδότηση του έργου μας.

Παραπομπές


Το δοκίμιο αυτό είναι δημοσιευμένο στο Free Software, Free Society: The Selected Essays of Richard M. Stallman.


Σημειώσεις του μεταφραστή:
  1. Ο πηγαίος όρος, από τον οποίο πηγάζει το ακρωνύμιο είναι, στη μεν ιστορία: “Software Protection Authority”, στη δε ανάλυση και σχολιασμό της (βλ. Σημειώσεις του Συγγραφέα): “Software Publishers Assocciation”.
  2. Ο πηγαίος όρος, από τον οποίο πηγάζει το ακρωνύμιο είναι: “Digital Millenium Copyright Act”.
  3. Ο πηγαίος όρος, στο κείμενο, είναι “Consume But Don't Try Programming Act”. Πρόκειται για μια λεκτική ανασκευή που παράγει τα ίδια αρχικά με το ακρωνύμιο που στοχεύεται, όπως η [1] παραπάνω.
  4. Ο πηγαίος όρος, από τον οποίο πηγάζει το ακρωνύμιο είναι: “Digital Restrictions Management”. Βλ. την επεξήγηση στη σελίδα Λέξεις προς αποφυγή, για το λόγο που δε χρησιμοποιούμε τη λέξη “Rights” ως προέλευση για το “R” .
  5. Ο πηγαίος όρος, από τον οποίο πηγάζει το ακρωνύμιο είναι: “Business Software Alliance”.